Περί ταξικής οικειοποίησης
Ή αλλιώς όταν οι πλούσιοι προσποιούνται τους φτωχούς
Στην Ελλάδα μπορείς να τα δεις όλα. Μπορείς να δεις άτομα χωρίς ερευνητική εμπειρία να παρουσιάζονται ως ερευνήτριες και δη της NASA, μπορείς να δεις άτομα που κάνουν τους γιατρούς χωρίς να είναι και μάλιστα με επικίνδυνες συνέπειες, μπορείς ακόμα και να δεις άτομα πλούσια να προσποιούνται τα φτωχά. Με αφορμή ιδίως την πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση στη χώρα μας, παρατηρώ πως αρκετά άτομα που διεκδίκησαν μια θέση στην πολιτική, ιδίως νεαρά, παρουσιάζονται ως θύματα της οικονομικής κρίσης. Με συχνά βαρύγδουπες δηλώσεις τους σε συνεντεύξεις (π.χ. ότι έχουμε καταλήξει με “πέντε αυτοάνοσα ο καθένας”), άτομα με σημαντική οικονομική ευχέρεια, σπουδές και εμπειρίες που αποδεικνύουν ότι είναι ευκατάστατα, αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη της “χαμένης γενιάς” που καταστράφηκε ή αδικήθηκε από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια και πλήττεται ακόμα από την ακρίβεια. Όλα αυτά παρότι η λογική και τα γεγονότα (π.χ. ακριβές ιδιωτικές σπουδές, ανατροφή παιδιών χωρίς έσοδα από εργασία) αποδεικνύουν το αντίθετο. Η “γενιά της οικονομικής κρίσης” απασχόλησε πρόσφατα και τους New York Times που αναφέρθηκαν συλλήβδην στο πώς ψήφισαν “many children of Greece’s traumatic years of economic collapse”, συγκαταλέγοντας ανάμεσα τους ακόμα και άτομα που παρά τα “τραύματα” της οικονομικής κρίσης είχαν πρόσβαση σε προνομιακές εμπειρίες στο εξωτερικό.
Θα έπρεπε άραγε να μας πειράζει ο ομοιογενής τρόπος με τον οποίο γίνεται αναφορά σε αυτή την καμμένη ή χαμένη γενιά και κυρίως η πρακτική κάποιων να παρουσιάζονται συνειδητά ως θύματα της κρίσης χωρίς απαραίτητα να είναι; Νομίζω πως ναι. H πρακτική αυτή είναι σκοπίμως παραπλανητική όσο και προσβλητική. Προσβλητική προς όλα τα νέα παιδιά και τις οικογένειες τους που πραγματικά επλήγησαν από την κρίση και αναγκάστηκαν, δίχως το εύρος των επιλογών των προνομιούχων, να αναζητήσουν και να δημιουργήσουν με κόπο ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό ή εσωτερικό της χώρας. Προσβλητική γιατί κάποιος που δεν επωμίστηκε τις θυσίες που χρειάστηκε να πραγματοποιήσουν όσοι νέοι πραγματικά δυσκολεύτηκαν θέλει παρ’όλ’αυτά να καρπωθεί την ηθική δικαίωση και επιβράβευση που σχετίζεται με αυτές τις θυσίες, η οποία συχνά είναι και η μόνη επιβράβευση διαθέσιμη σε αυτούς τους νέους. Προσβλητική γιατί μειώνει, υποτιμά και διαστρεβλώνει την πραγματική έκταση των θυσιών αυτών όταν μπαίνουν στο ίδιο καλάθι με τις μικροενοχλήσεις των βολεμένων. Θα μπορούσε κάποιος να αντιτάξει πως η οικονομική κρίση μείωσε ακόμα και τις επιλογές ή τα σχετικά προνόμια των προνομιούχων. Ακόμα κι αν το δεχτούμε αυτό, ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να εξισώνουμε τις περιπτώσεις των νέων που μετανάστευσαν γιατί δεν μπορούσαν να συντηρήσουν τον εαυτό τους με αυτές, π.χ., όπου ένα προνομιούχο άτομο αντί να σπουδάσει σε πιο μακρινή χώρα του εξωτερικού μπορεί να συμβιβάστηκε με μία γειτονική.
Γιατί όμως κάποιος να θέλει να εμφανίζεται ως βρισκόμενος σε μειονεκτική θέση; Δεν είναι το αντίθετο πιο λογικό; Δεν προσπαθούμε συχνά να εμφανιστούμε ως πιο πλούσιοι, πιο επιτυχημένοι, πιο έξυπνοι απ’ όσο πραγματικά είμαστε; Αν και εκ πρώτης όψεως, η πρακτική αυτή μοιάζει αντιφατική, στην πραγματικότητα εξυπηρετεί πολύ βολικά τις φιλοδοξίες αυτών που είτε θέλουν να δικαιολογήσουν τα ελλείμματα της πορείας τους (ρίχνοντας την ευθύνη στην οικονομική κρίση για την απουσία ουσιαστικών επιτευγμάτων από την πλευρά τους) είτε θέλουν να ακολουθήσουν το «αρχέτυπο του ήρωα». Γνωστό στις λογοτεχνικές και μυθολογικές αφηγήσεις, το ηρωικό αρχέτυπο χοντρικά περιγράφει πώς το κεντρικό πρόσωπο μίας ιστορίας ξεκινά μια αναζήτηση, κατά τη διάρκεια της οποίας εμφανίζεται ένα σημαντικό εμπόδιο το οποίο εν τέλει το πρόσωπο αντιμετωπίζει επιτυχώς και θριαμβεύει.
Όταν η ζωή (και το κεφάλαιο) προσφέρει απλόχερα προνόμια και διευκολύνσεις, θεμιτές ή αθέμιτες, τα άτομα αυτά δεν έχουν πραγματικές δυσκολίες από τη δική τους ζωή από τις οποίες να μπορούν να πιαστούν για να διαπλάσουν το ηρωικό τους αφήγημα και άρα στρέφονται στις δυσκολίες των άλλων, τις οποίες και με περισσή ευκολία δανείζονται. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα φαινόμενο κατά το οποίο το προνόμιο (και οι εκπρόσωποί του) καπηλεύεται τις δυσκολίες και τους αγώνες των κατώτερων τάξεων, εν είδει “ταξικής οικειοποίησης”. Κατ’ αναλογία προς την “πολιτισμική οικειοποίηση”, η οποία αφορά την οικειοποίηση στοιχείων μιας κουλτούρας από μία άλλη, συνήθως επικρατέστερη, μέλη μιας ισχυρής οικονομικής τάξης υιοθετούν αθέμιτα τα βιώματα και τις ιστορίες κατώτερων τάξεων, προκειμένου να δικαιολογήσουν τις συμπεριφορές τους και να σχηματίσουν μια καλύτερη εικόνα για τον εαυτό τους, μια εικόνα με την οποία περισσότερος κόσμος θα μπορέσει ευκολότερα να ταυτιστεί και να συμπάσχει. Αντί να παρουσιάζονται με την αυθεντική εικόνα της ευμάρειας και της άνεσης που τους χαρακτηρίζει και να αναγνωρίσουν τα προνόμια τους (καθώς και την ευθύνη που έρχεται με αυτά), κάτι που ίσως δημιουργούσε μια απόσταση, ζητούν να εκπροσωπήσουν τους πολλούς και αδικημένους ως ομοιοπαθούντες. Τα άτομα αυτά επιδίδονται, λοιπόν, σε μια σκόπιμη προσπάθεια παραπλάνησης και χειραγώγησης ώστε να προωθήσουν τον εαυτό τους και τους ιδιοτελείς τους στόχους.
Είναι ένα φαινόμενο που ξαφνιάζει; Μάλλον όχι. Το να παρουσιάζεται κάποιος ως “ενάρετο θύμα” χωρίς να είναι και να προσπαθεί εναγωνίως να εμφανίσει προς τα έξω αποδεικτικά σημάδια του ηθικού χαρακτήρα του είναι μάλιστα τυπικό γνώρισμα των ατόμων που, με όρους ψυχολογίας, ανήκουν στην “σκοτεινή τριάδα”, συγκεντρώνουν δηλαδή τα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά του ναρκισσισμού (μεγαλοπρέπεια και εγωισμός), του μακιαβελισμού (εκμετάλλευση των άλλων) και της ψυχοπάθειας (έλλειψη ενσυναίσθησης και ασυνειδησία). Τα χαρακτηριστικά αυτά άλλωστε ευδοκιμούν στον χώρο της πολιτικής, οπότε είναι αναμενόμενο άτομα με βλέψεις πολιτικές να επιδίδονται σε αυτή τη λαϊκιστική τακτική διεκδικώντας το status του ταλαιπωρημένου θύματος που συγχρόνως νίκησε τις δυσκολίες και άρα αξίζει την προσοχή και εύνοια του λαού, μαζί με όποιες άλλες απολαβές.
Εξάλλου, είναι πλέον λαϊκή θυμοσοφία πως στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις. Απλώς αυτό που δηλώνεις μπορεί, ανάλογα με τους στόχους σου, να είναι τόσο καλύτερο όσο και χειρότερο από αυτό που πραγματικά είσαι. Επειδή όμως έχουν κουράσει οι ιστορίες αυτές (βλ. τη βραβευμένη Ελληνίδα της NASA ή τη δακρύβρεχτη “εξορία” του νυν Πρωθυπουργού), καλό θα ήταν να αρχίσουμε ως κοινωνία να αμφισβητούμε όσους παρουσιάζονται ως ήρωες με την στολή του θύματος. Δεν ξαφνιάζει επίσης καθόλου η ευκολία με την οποία το προνόμιο αρπάζει και οικειοποιείται επιλεκτικά ό,τι του αρέσει, χωρίς δεύτερη σκέψη, ακόμη και αν ανήκει σε άλλους, ακόμη και αν αυτό που οικειοποιείται είναι κάτι αντικειμενικά αρνητικό, όπως τα τραύματα της οικονομικής κρίσης.
Μια έκκληση, λοιπόν, προς τους αποδέκτες τέτοιων αφηγημάτων να εξασκούν την κρίση τους γνωρίζοντας πως πολλοί «ψεύτες βοσκοί» θα ζητούν κατά καιρούς τη λύπηση και την στήριξη τους, συγχρόνως όμως πολλοί άλλοι θα συνεχίσουν να μοχθούν στα παρασκήνια χωρίς να επιδεικνύουν τα τραύματά τους. Αλλά κυρίως, μια έκκληση προς τους προνομιούχους εκεί έξω, να επιτρέψουν στην πραγματικά “χαμένη γενιά” της κρίσης να κρατήσει τουλάχιστον τους αγώνες της δικούς της. Εξάλλου, τους δίνει καλύτερα.

